- διῃρῆσθαι
- διαιρέωtake apartperf inf mp
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διηρῆσθαι — διά ἀράω 2 plough perf inf mp (ionic) διά ἀρέομαι perf inf mp (attic epic doric ionic aeolic) διά ἐράομαι love perf inf mp (attic ionic) διά ἐρέομαι ask perf inf mp διά ἐρέω love perf inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρόνοια — η, ΝΜΑ, και ιων. τ. προνοίη Α [πρόνους] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού προνοώ, η εκ τών προτέρων σκέψη, η πρόβλεψη (α. «είχε την πρόνοια να μην τό διακινδυνεύσει» β. «οὐ τῇ ἐμῇ προνοίᾳ μᾱλλον ἐγίγνετο ἢ τύχῃ», Αντιφ.) 2. σύνεση, περίσκεψη 3 … Dictionary of Greek